Mario Andretti: Ο θρύλος του motorsport μιλά στο Car and Driver για τη ζωή και τα επιτεύγματά του


Ο πρωταθλητής της F1 του 1978 Mario Andretti μίλησε στο Car and Driver για τη μετανάστευση στις ΗΠΑ, τους αγώνες του εκεί, τη μετάβαση στη Formula 1, τη Ferrari που για λίγο του έκοψε το όνειρο και τον οδηγό που είναι ο απόλυτος κυρίαρχος στη σύγχρονη εποχή.

  • ΚΕΙΜΕΝΟ, ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΙΖΑΣ - ΦΩΤΟ: WIKIPEDIA COMMONS (Suyk, Koen, Stuart Seeger from College Station, Texas, USA), INDYCAR, LOTUS
  • 29/6/2023

Ο Mario Andretti είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση οδηγού στην ιστορία της Formula 1. Γεννήθηκε στην Ιταλία, στις 28 Φεβρουαρίου 1940, και έζησε εκεί μέχρι και το 1955 σε καμπ προσφύγων, μέχρι που μετανάστευσε μαζί με την οικογένειά του, τους γονείς του και τα δυο αδέρφια του, για τις ΗΠΑ.

Στην Ιταλία γεννήθηκε το όνειρο, στην Αμερική όμως έγινε πραγματικότητα. Ο νεαρός Mario, μαζί με τον δίδυμο αδερφό του Aldo, έχτισαν μαζί μία ομάδα από το μηδέν, μία καριέρα από το μηδέν, και κέρδισαν πολλά μαζί - ως συνιδιοκτήτες, κι ο Mario ως οδηγός.

Η μετάβαση στη Formula 1, όπως θα διαβάσετε και παρακάτω, ήρθε μετά από μία ευτυχή συνάντηση στη «Μέκκα» του μηχανοκίνητου αθλητισμού των ΗΠΑ, την Ινδιανάπολη

Πηγή: Mario Andretti/ Instagram
Πηγή: Mario Andretti/ Instagram

Κι ενώ η αγαπημένη του Ferrari, της οποίας ακόμα δηλώνει θαυμαστής, λίγο έλειψε να του κόψει το όνειρο. Ευτυχώς για όλους, δεν τα κατάφερε, κι ο Ιταλός με Αμερικανική υπηκοότητα έγινε πρωταθλητής το 1978.

Αυτός είναι ο Mario Andretti και μίλησε για όλα στο Car and Driver.

Αναρτήσατε φωτογραφίες από το εισιτήριο του πλοίου που σας έφερε από την Ιταλία στις Ηνωμένες Πολιτείες, κι έχετε μιλήσει πολλές φορές για εκείνο το ταξίδι και για το τι έκανε την οικογένειά σας να φύγει από εκεί. Το ερώτημα είναι: θα υπήρχε ο οδηγός Mario Andretti αν έμενε στην Ιταλία;

«Όπως το βλέπω εγώ, στην Αμερική μού ανοίχτηκε μία ευκαιρία που δεν θα είχα στην Ιταλία, δυστυχώς, κι αυτό είναι ξεκάθαρο.

«Μετά τον πόλεμο, θα περνούσε πολύς καιρός μέχρι να έρθουν τα πράγματα σε μία κανονικότητα, και τότε ήταν κρίσιμο να πάρουμε μία απόφαση.

«Όταν φύγαμε από την Ιταλία, ο Aldo [σ.σ. δίδυμος αδερφός του Mario και επίσης οδηγός] κι εγώ ήμασταν 15 ετών, αν περιμέναμε 4-5 χρόνια ακόμα, θα ήμασταν 20 χρονών, και σε αυτήν την ηλικία δεν μπορείς να κάνεις πολλά πια.

«Αλλά όταν ήρθαμε στις ΗΠΑ, μόλις δύο χρόνια μετά, ο Aldo κι εγώ αρχίσαμε να κατασκευάζουμε ένα αγωνιστικό με κάτι φίλους μας. Δύο χρόνια μετά από αυτό, κάναμε τους πρώτους μας αγώνες. Η καριέρα μου ξεκίνησε το 1959, μόλις 4 χρόνια αφού ήρθα εδώ. Και συνεχίστηκε ως και το 2000, που έκανα τον τελευταίο επαγγελματικό μου αγώνα στο Le Mans.

«Αν μέναμε στην Ιταλία, δεν θα υπήρχε περίπτωση να πραγματοποιήσουμε το όνειρό μας.

«Αυτό που λέω πάντα είναι πως κάτι το αρνητικό εξελίχθηκε σε κάτι το θετικό για εμάς. Κι ο πατέρας μου το έκανε έχοντας κατά νου το μέλλον μας, το δικό μου, του Aldo, και της αδερφής μου, της Anna Maria.

«Ένας θείος μας ζούσε στην Αμερική, κι εκείνος πρότεινε τότε στον πατέρα μου να κάνουμε αυτό το βήμα. Ζούσαμε σε ένα camp προσφύγων από το 1948 ως το 1955. Το 1952, ο πατέρας μου κατέθεσε αίτηση για βίζα για τις ΗΠΑ. Τρία χρόνια μετά, εγκρίθηκε, και τότε το πήραμε απόφαση: πάμε εκεί, πάμε να δούμε τι γίνεται. Κι έτσι έγινε.»

Επομένως, το όνειρο να γίνετε οδηγός αγώνων είχε γεννηθεί μέσα σας ως παιδί στην Ιταλία. Το λέω αυτό, διότι θυμάμαι να περιγράφετε πως είδατε ένα κομμάτι του Mille Miglia τότε και σας μπήκε το «μικρόβιο».

«Πράγματι, έτσι έγινε. Στην Ιταλία, η Formula 1 αλλά και τα sportscar, όπως οι αγώνες του Mille Miglia και του Le Mans, είχαν πολύ ισχυρή παρουσία, και σε αυτό βοηθούσαν κι οι επιτυχίες των Ιταλών κατασκευαστών, Ferrari, Maserati, Alfa Romeo, κι ότι ο Alberto Ascari έγινε πρωταθλητής όταν ήμουν εγώ στην προεφηβεία.

«Έναν χρόνο πριν φύγουμε για Αμερική, το 1954, κάτι φίλοι μας πήγαν στη Μόντσα να δούμε το Grand Prix. Και ήταν παράδεισος αυτό για μένα. Τότε εδραιώθηκε αυτό μέσα μου, τότε έγινε το όνειρό μου. Κι έναν μήνα πριν φύγουμε, είδα και ένα κομμάτι του Mille Miglia στη Φλωρεντία, με τον Stirling Moss που φυσικά κέρδισε τότε, και όταν μίλησα μαζί του πολλά χρόνια αργότερα, του είπα πως τον είχα δει τότε. Δεν το πίστευε!

«Έτσι, αμέσως αφού φτάσαμε στη Nazareth, εδώ που μένουμε ακόμα, αποφασίσαμε να κάνουμε με τον Aldo αυτό το πράγμα, να ασχοληθούμε με τους αγώνες, ξεκινώντας από κάτι μικρούς αγώνες τα Σαββατοκύριακα στα οβάλ.»

Η καριέρα σας στις ΗΠΑ είχε και μονοθέσια, και NASCAR, και οβάλ, και χώμα. Η Formula 1 πώς προέκυψε; Πώς έγινε το βήμα που σας έφερε στην Ευρώπη;

«Το 1965, στην πρώτη μου χρονιά στα 500 μίλια της Ινδιανάπολης, είχα κερδίσει και το βραβείο του καλύτερου rookie στον αγώνα, καθώς τερμάτισα 3ος. Τότε, την ίδια σεζόν, έτρεχε κι ο Jim Clark με τη Lotus και τον Colin Chapman παρόντα.

«Τότε, προσέγγισα τον Colin και του είπα πως μία μέρα θα ήθελα να τρέξω στη Formula 1. Μου απάντησε ‘Mario, όταν θεωρείς πως είσαι έτοιμος, κάλεσέ με και θα έχω έτοιμο ένα μονοθέσιο για σένα.’ Μπορείς να φανταστείς τι ένιωσα εκείνη τη στιγμή;

«Από τότε, αποφάσισα πως έπρεπε να βελτιώσω τις ικανότητές μου, για να είμαι έτοιμος για τη Formula 1. Έκανα πολλή προσπάθεια να πίσω την USAC, το διοικητικό όργανο των αγώνων στις ΗΠΑ, να βάλει κι άλλους αγώνες σε πίστες στο πρόγραμμα.

«Το 1966 συμμετείχα και στο πρόγραμμα της Ford στο Le Mans, και προσφέρθηκα για αυτό, για να κάνω τις δοκιμές, να εξελίξω το αυτοκίνητο, ώστε να μάθω να τρέξω σε κανονικές πίστες, διότι μέχρι τότε έτρεχα αρκετά σε οβάλ.

«Έγινα φίλος με τον Bruce McLaren, και κοντά του έμαθα πολλά, και από τη φιλία μου μαζί του, κι από αυτά που έκανε στην πίστα. Μαζί κερδίσαμε και τις 12 ώρες του Sebring το 1969 με τη Ford.

«Το 1968 είχα σκεφτεί ότι είχε έρθει η ώρα. Πήρα τηλέφωνο τον Colin Chapman, και του είπα πως ήθελα να τρέξω στους δύο τελευταίους αγώνες, στην Ιταλία και τις ΗΠΑ. Και δέχτηκε, οπότε έκανα το πρώτο μου τεστ στη Μόντσα. Αμέσως ένιωσα πολύ καλά με το μονοθέσιο.

«Μου έκανε πολλή εντύπωση το πόσο ελαφρύ και ευέλικτο ήταν, δεν είχα συνηθίσει έτσι στην Αμερική. Και ήμουν και γρήγορος, πιο γρήγορος από τον Chris Amon που είχε κάνει δοκιμές με τη Ferrari μία εβδομάδα νωρίτερα.

«Ωστόσο, υπήρχε ένα πρόβλημα. Έπρεπε να τρέξω σε έναν αγώνα σε χωμάτινο οβάλ στις ΗΠΑ το Σάββατο, γιατί διεκδικούσα το πρωτάθλημα και έπρεπε να τον κάνω. Οπότε, έκανα κατατακτήριες για την F1 την Παρασκευή, γύρισα στις ΗΠΑ για να τρέξω, και την Κυριακή ήμουν πάλι στην Ιταλία. Κι ενώ είχαμε συμφωνήσει σε όλα, υπήρχε ένας κανονισμός που έλεγε πως δεν μπορείς να κάνεις δύο μεγάλους αγώνες μέσα στο ίδιο 24ωρο. Ήταν έτοιμοι να κάνουν μία εξαίρεση, αλλά τότε έκανε ένσταση η Ferrari και δεν με άφησαν να συμμετάσχω στον αγώνα.

«Επομένως, ο πρώτος μου αγώνας ήταν στο Watkins Glen, και προς έκπληξή μου, πήρα την pole position δίπλα στον Jackie Stewart. Εκεί συνειδητοποίησα ότι τα όνειρά μου γίνονται πραγματικότητα, ότι ο Θεός με προσέχει, κι ενώ ο Chapman μου έδινε μονοθέσιο για το 1969, δεν άντεχα οικονομικά να το κάνω αυτό.

«Έπρεπε να σκεφτώ την οικογένειά μου, το μέλλον μας. Δεν ήταν το σωστό timing εκείνο τότε, δεν μπορούσα να φύγω. Είχα καλές απολαβές στην Αμερική, κι ενώ δεν έτρεχα απλά και μόνο για τα χρήματα, έπρεπε να φανώ υπεύθυνος. Είχα σύζυγο και παιδιά, και αν έφευγα για να τρέξω στην F1, δεν θα έπαιρνα ούτε ένα κλάσμα όσων έπαιρνα στις ΗΠΑ.

«Είχα κι ευκαιρίες να τρέξω με τη Ferrari και με τη Lotus, ειδικά από τη στιγμή που κέρδισα το ’71 στη Νότια Αφρική με τη Ferrari. Μου προσέφεραν θέση οδηγού, αλλά δεν μπορούσα να τη δεχτώ, και όταν ήμουν έτοιμος, δεν υπήρχε κενή θέση για μένα.

«Όταν σκέφτομαι τι έγινε τότε, πώς κύλησε η καριέρα μου, μπορώ να πω με άνεση ότι ικανοποίησα όλες τις φιλοδοξίες μου, όλους τους μεγαλεπήβολους στόχους μου.

«Πήρα τις σωστές αποφάσεις, δεν μετανιώνω για κάτι.»

Αναφερθήκατε σε σπουδαία ονόματα, αλλά θα σταθώ σε εκείνο του Colin Chapman. Πώς ήταν να δουλεύει κανείς για αυτό τον άνθρωπο που κέρδισε με τόσους διαφορετικούς οδηγούς και πρωτοπόρησε σε τόσα τεχνολογικά επιτεύγματα;

«Για μένα ήταν φανταστικά τα χρόνια που συνεργάστηκα με τον Colin Chapman, και ενώ δεν ήταν κι ο πιο εύκολος άνθρωπος, τα πηγαίναμε καλά.

«Φυσικά, βοηθούσε και το γεγονός πως είχαμε επιτυχίες, κερδίζαμε, οπότε το περιβάλλον ήταν καλό.

«Με άκουγε σε αυτά που ζητούσα, ήξερε τι ήθελα από το μονοθέσιο και ταιριάζαμε στο πώς στήναμε το setup και την αεροδυναμική κι όλα αυτά τα τεχνικά θέματα.

«Κι εγώ από τη μεριά μου θεωρώ πως βοηθούσα στο να εξελίξει την αεροδυναμική του αυτοκινήτου, που κατά τύχη φτάσαμε στο σημείο να εκμεταλλευτούμε το ground effect. Αυτό έγινε γιατί ο Colin ήθελε πάντοτε να σκέφτεται αντικομφορμιστικά, δεν ήταν ποτέ χαρούμενος με το πώς ήταν τα πράγματα, κι αυτό με έβρισε και μένα σύμφωνο. Πάντα ήθελε να δοκιμάζει κάτι νέο.

«Πιστεύω επίσης πως συνεργάστηκα μαζί του τη σωστή στιγμή στην καριέρα του. Είχε σκαμπανεβάσματα με τη Lotus, γιατί πάντα ήθελε να φτάσει στην κορυφή και δεν μπορούσε να το πετύχει κάθε φορά, αλλά νιώθω τυχερός που βρέθηκα εκεί την κατάλληλη στιγμή για να κερδίσω μαζί του.»

Φυσικά έχετε μείνει για πολλές δεκαετίες στο σπορ, έχετε περάσει από πολλά διαφορετικά πρωταθλήματα και έχετε βιώσει τις αλλαγές. Μεγαλώσατε σε μία περίοδο που ο μηχανοκίνητος αθλητισμός ήταν ένα πραγματικά επικίνδυνο σπορ. Πώς το αντιμετωπίσατε αυτό ως οδηγός τότε; 

«Ξέρεις, κι αυτό ήταν μέσα στο άθλημα. Έπρεπε να αποδεχτείς ότι υπήρχαν πολύ μεγάλα ρίσκα. Έχασα τόσους πολλούς κοντινούς μου φίλους, οδηγούς με τους οποίους ήμουν πολύ κοντά, κι ήταν πραγματικά πολύ δύσκολο. Είχα μία αρκετά νέα οικογένεια, η σύζυγός μου πάντα σκεφτόταν ότι ίσως να είμαι ο επόμενος. Ήταν όμως πολύ υποστηρικτική, με έκανε να μη νιώθω τύψεις που έκανα αυτό που αγαπάω κι έπαιρνα τόσα ρίσκα.

«Ήθελα απλά να συνεχίσω να το κάνω σε κάθε περίπτωση, δεν ήμουν όμως απερίσκεπτος. Γι αυτό οργανώσαμε την Ένωση Οδηγών Formula 1 (GPDA), μαζί με τον Niki Lauda, τον Jackie Stewart και τους υπόλοιπους. Ήμουν ένας από εκείνους που αγωνίστηκε για την αύξηση της ασφάλειας στο σπορ, όχι μόνο όσον αφορά στα μονοθέσια, αλλά και στην πίστα. Έπρεπε να αναλογιστούμε και τα δύο, αφού πολλές πίστες δεν ήταν καθόλου ασφαλείς. Οπότε, ήταν μία αρκετά αργή, αλλά σημαντική πρόοδος.

«Κάποιες φορές, σκέφτομαι και συγκρίνω τα τελευταία μονοθέσια που οδήγησα στην καριέρα μου στη Formula 1, tο 1994, με αυτά της σημερινής εποχής. Παρόλο που πρόκειται επίσης για σύγχρονα μονοθέσια, είναι δηλαδή του 1994, όχι και τόσο μακριά, η διαφορά είναι τεράστια. Χαίρομαι πολύ που το σπορ έχει γίνει σημαντικά πιο υπεύθυνο σε αυτόν τον τομέα. Η ασφάλεια βρίσκεται σε πολύ καλό σημείο, και τα αυτοκίνητα έχουν γίνει πολύ πιο αξιόπιστα χάρη στους κανονισμούς.

«Επίσης, τώρα δεν αξιοποιείται στο έπακρον ο κινητήρας, οπότε έχουμε πολύ λιγότερες εγκαταλείψεις σε σχέση με τη δική μου εποχή. Μπορεί να έχουμε για παράδειγμα 2 εγκαταλείψεις από κινητήρα μέσα στη σεζόν. Οπότε πολλά πράγματα έχουν αλλάξει από τότε στο σπορ και αυτό είναι πολύ θετικό. Είναι εκπληκτικό το πόσο ασφαλές έχει γίνει. Πλέον οι οδηγοί έχουν την επιλογή να αποσυρθούν από το σπορ με τους δικούς τους όρους, όταν είναι εκείνοι έτοιμοι, κι όχι εξαιτίας ενός θανάσιμου ή πολύ σοβαρού τραυματισμού. Θεωρώ λοιπόν ότι κινούμαστε σε μία πολύ καλή κατεύθυνση. Φυσικά ένας θάνατος είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί, η ασφάλεια είναι πολύ σημαντική.

«Πιστεύω ότι το σπορ έχει γίνει πιο εμπορικό. Οι χορηγοί ξοδεύουν εκατομμύρια δολάρια για να είναι μέρος του, θέλουν να γιορτάζονται, να είναι ευχαριστημένοι, όχι να πηγαίνουν σε κηδείες.»

Η επόμενη ερώτηση έχει δύο σκέλη. Το πρώτο είναι, ποιος είναι ο αγαπημένος σας αντίπαλος; Αυτός με τον οποίο είχατε τις περισσότερες μάχες, ή αυτός που έκανε τα πράγματα πιο ενδιαφέροντα μέσα στην πίστα. Και ποιος ήταν ο οδηγός για τον οποίο σκεφτόσασταν ‘θα είναι τόσο δύσκολο να τον κερδίσω την Κυριακή’;

«Συνήθως αποφεύγω αυτές τις ερωτήσεις γιατί δεν υπήρχε ποτέ μόνο ένας. Δεν μπορώ να διαλέξω μόνο έναν, ήταν μια πολύ διαφορετική εποχή και πάντα είχαμε πάνω από έναν οδηγό που βρισκόταν στην κορυφή. Αν απαντήσω μπορεί να παραλείψω κάποιον που αξίζει να αναφερθεί.

«Όμως, αυτό που μπορώ να σου πω είναι ότι sε κάθε κατηγορία και κάθε πρωτάθλημα υπάρχει σίγουρα ένας οδηγός που όλοι προσπαθούν να κερδίσουν. Τότε προσπαθείς να φέρεις το καλύτερο αποτέλεσμα, να μαζέψεις αρκετούς βαθμούς, να είσαι στην κορυφή. Εκεί έπρεπε να είμαι σε κάθε δεδομένη στιγμή.

«Αυτός που βρισκόταν στην κορυφή όταν ήρθα εγώ στο σπορ ήταν ο Jackie Stewart. Το να είμαι δίπλα του, στην πρώτη σχάρα εκκίνησης του grid, στον πρώτο μου αγώνα, ήταν κάτι εξωπραγματικό για εμένα. Την ίδια χρονιά, συμμετείχαμε επίσης σε δύο αγώνες 100 μιλίων. Ήρθα πρώτος και στους δύο, και ο Jackie Stewart ήρθε δεύτερος και τις δύο φορές.

«Θα σου δώσω κι ακόμα μία απάντηση. Όταν κατάφερα να φτάσω στο κορυφαίο αγωνιστικό επίπεδο στις ΗΠΑ, εκείνος που όλοι ήθελαν να κερδίσουν ήταν ο A.J. Foyt. Ήταν 5 χρόνια μεγαλύτερός μου και ήταν ήδη πρωταθλητής. Εκείνη την περίοδο, αυτός ήταν που ήθελα να κυνηγήσω. Και ξέρεις, το να προσπαθείς να φτάσεις κάποιον τόσο καλό και γρήγορο σε κάνει να δουλεύεις ακόμα πιο σκληρά. Είναι καλό για τον κάθε οδηγό να προσπαθεί να φτάσει στην κορυφή, άλλωστε αν δεν έχεις αυτή τη φιλοδοξία δε θα εξελιχθείς ποτέ. Μπορεί στην αρχή να φαίνεται σαν ένα απίθανο σενάριο, όμως αξίζει πραγματικά. Και φυσικά, όσα περισσότερα καλά αποτελέσματα φέρνεις, και όσο περισσότερο πετυχαίνεις, τόση περισσότερη αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση έχεις. Σου δίνει το κίνητρο να ρισκάρεις και να συνεχίσεις να δουλεύεις σκληρά. Έτσι έβλεπα εγώ τα πράγματα, έτσι μπορώ να το εξηγήσω καλύτερα.»

Αγαπάτε πραγματικά τους αγώνες. Για αυτό και πριν μερικούς μήνες αποφασίσατε ότι θα ήταν ενδιαφέρον να δοκιμάσετε ένα σύγχρονο μονοθέσιο F1 της McLaren στη Laguna Seca. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;

«Είμαι πολύ ευγνώμων στον Zak Brown και στη McLaren που μου έδωσαν αυτήν την ευκαιρία. Είχαμε μιλήσει στο παρελθόν γι αυτό και ήταν πραγματικά ακριβώς αυτό που περίμενα. Δε με εξέπληξε τίποτα. Ήταν μία πολύ ωραία εμπειρία. Το μόνο που με δυσκόλεψε κάπως ήταν το ότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε πολλές τροποποιήσεις στο κόκπιτ για να ταιριάζει στα μέτρα μου, κι έτσι δεν κατάφερα να πιέσω το μονοθέσιο όσο θα ήθελα, δηλαδή στο όριό του. Όμως, είμαι και πάλι πολύ χαρούμενος που είχα αυτήν την ευκαιρία. Πήρα αυτό που ήθελα από το αυτοκίνητο αλλά αν είχα μία ολόκληρη μέρα με αυτό, ώστε να μπορέσω να το φέρω στα μέτρα μου, θα μπορούσαμε μέχρι και να κυνηγήσουμε το ρεκόρ της πίστας.

«Γενικά προσπαθώ να μη ‘σκουριάζω’, συνεχίζω να εμπλέκομαι στα αγωνιστικά, βρίσκομαι σε φόρμα. Πριν μερικά χρόνια, έκανα κάποιες δοκιμές για τον γιο μου, ήταν δοκιμές σε υψηλές ταχύτητες για τα IndyCar, κι έπειτα οδήγησα ένα διθέσιο για να μένω μέσα στα πράγματα. Αγαπώ την οδήγηση κι αυτό δε θα χαθεί ποτέ. Πάντα θα το κουβαλάω μέσα μου.

«Αυτό ήταν που με κράτησε συνδεδεμένο με το σπορ εδώ και τόσα χρόνια. Και το γεγονός ότι ο γιος μου είναι πλέον ιδιοκτήτης ομάδας μου δίνει έναν επιπλέον λόγο να βρίσκομαι κοντά στο σπορ, όμως θα το ακολουθούσα όπως και να ‘χε. Αυτή είναι η ζωή μου, αυτό είναι αυτό που απολαμβάνω.»

Παρακολουθείτε λοιπόν στενά τα δρώμενα του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Υποθέτω ότι ακολουθείτε και τα της Formula 1. Πώς νιώθετε που έχουμε ξανά έναν Αμερικανό οδηγό στο grid;

«Θεωρώ ότι στη Formula 1 έχουμε όλα τα διεθνή στοιχεία που χρειαζόμαστε. Πάντα έλεγα ότι είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες του μηχανοκίνητου αθλητισμού, ακριβώς επειδή υπάρχει αυτή η διεθνής ‘γεύση’. Για παράδειγμα, φέτος έχουμε τρεις αγώνες στην Αμερική. Θα ήταν ωραία αν είχαμε έναν πραγματικά γρήγορο Αμερικανό οδηγό σε μία ομάδα που μπορεί να φέρει καλά αποτελέσματα και να βοηθήσει με αυτήν την εξάπλωση.

«Το ενδιαφέρον για τη Formula 1 στην Αμερική είναι αρκετά αυξημένο τον τελευταίο καιρό κι οι fans θα ήθελαν πολύ να δουν ‘έναν από αυτούς’ να πρωταγωνιστεί στην κορυφή. Ελπίζω αυτό να συμβεί στο μέλλον. Θεωρώ ότι θα υπάρξουν κι άλλοι οδηγοί που θα επιχειρήσουν να εισέλθουν στη Formula 1. Οπότε πηγαίνουμε προς τη σωστή κατεύθυνση, κατά τη γνώμη μου.»

Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο κυρίαρχος της F1 αυτή τη στιγμή; Είναι ο Lewis Hamilton; Είναι ο Max Verstappen;

«Αυτό δεν έχει να κάνει αποκλειστικά με τον οδηγό, αλλά και με την ομάδα. Βλέπεις, όταν η Mercedes είχε πλεονέκτημα έναντι των άλλων, ο Lewis Hamilton έκανε την καλύτερη δουλειά με το καλύτερο μονοθέσιο. Αντίστοιχα, τώρα, φαίνεται ότι η Red Bull προσφέρει στους οδηγούς της την καλύτερη ευκαιρία να κάνουν κάτι εξαιρετικό, κι ο Max Verstappen το εκμεταλλεύεται πλήρως αυτό. Αυτή τη στιγμή, όλες οι προβλέψεις είναι υπέρ του.

«Τα πράγματα όμως έχουν γίνει αρκετά ενδιαφέροντα. Για παράδειγμα, δε θα περίμενε ποτέ κανείς ότι ο Fernando Alonso κι Alpine θα ήταν ένας καλός συνδυασμός. Κι όμως, ανεβαίνει συνέχεια στο βάθρο. Βρίσκεται ψηλά στη βαθμολογία μετά από αρκετούς αγώνες μέσα στη σεζόν και τα πηγαίνει πραγματικά καλά.

«Οπότε αυτή τη στιγμή, παρόλο που η Formula 1 είναι αρκετά προβλέψιμη, με την Max Verstappen να κερδίζει συνεχώς, έχουμε αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα αλλά κι αρκετές απογοητεύσεις. Έχουμε τη Ferrari, η οποία απογοητεύει πάρα πολύ τους fans της. Η ομάδα έχει δύο πολύ ικανούς οδηγούς, όμως για κάποιο λόγο δεν μπορεί να τους υποστηρίξει και λαμβάνονται πολλές λανθασμένες αποφάσεις.

«Εκτός αυτού, έχουμε και τη Mercedes, η οποία τώρα αρχίζει να παίρνει τα πάνω της και να γίνεται πιο ανταγωνιστική. Επίσης έχουμε και τον George Russell, ο οποίος ήρθε από τη Williams κι επιτέλους έχει ένα ανταγωνιστικό μονοθέσιο. Βλέπουμε λοιπόν ότι ανταγωνίζεται τον Lewis Hamilton με την ταχύτητά του στις κατατακτήριες και στον αγώνα.

«Οπότε καταλαβαίνουμε ότι το μονοθέσιο παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στις επιδόσεις ενός οδηγού. Πολλά ταλέντα οδηγούν στο πίσω μέρος του grid και θα μπορούσαν με το σωστό μονοθέσιο να βρίσκονται στην κορυφή.

«Είναι δύσκολο, όμως αυτή είναι η φύση της Formula 1. Αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο, πάντα ήταν έτσι τα πράγματα. Όπως και να ‘χει, όταν τελειώνει ένας αγώνας, δεν μπορώ να περιμένω για τον επόμενο, ανεξάρτητα από το εάν το αποτέλεσμα είναι προβλέψιμο ή όχι. Μπορεί αυτή τη φορά να συμβεί κάτι διαφορετικό.»

Είστε tifoso ή όχι;

«Φυσικά και είμαι tifoso. Πάντα μου άρεσε το κόκκινο, αφού είμαι Ιταλός κι είχα κάποιες εκπληκτικές εμπειρίες με τη Ferrari. Κέρδισα με τη Ferrari. Η τελευταία μου εμπειρία στη Formula 1 ήταν με τη Ferrari. Το όνειρό μου ξεκίνησε βλέποντας τη Ferrari και τους οδηγούς της, οπότε φαντάζεσαι ότι αυτό δε θα με αφήσει ποτέ, δε θα αλλάξω ποτέ.»